Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ

                                                                                                                                        
                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                  ΜΟΥΣΙΚΗ
                         
                                                                                                                                                 από τη μουσικό Τ.  Μπρατσιάκου



                     " ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ "
   Γράφτηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη το 1959 και εκδόθηκε έναν χρόνο αργότερα, ενώ για πολλους ήταν αυτό που χάρισε στον δημιουργό του το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, κάνοντάς τον έτσι τον 2ο Έλληνα που τιμάται με το Ανώτερο Βραβείο Λογοτεχνίας, μετά τον Γ. Σεφέρη το 1963.
   Το 1964, ο Μίκης Θεοδωράκης αναλαμβάνει να μελοποιήσει αποσπάσματα από το "Αξιον Εστί" σε συνεργασία με τον Οδυσσέα Ελύτη. Το αποτέλεσμα είναι ο ομώνυμος δίσκος που έμεινε στην ιστορία, με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση ως σολίστα και του Μάνου Κατράκη ως αφηγητή. Έκτοτε, το έργο κυκλοφόρησε στη δισκογραφία άλλες 2 φορές, πάντα με τον Μίκη Θεοδωράκη στο pontium, ενώ τη θέση του Γρηγόρη Μπιθικώτση πήραν ο Γιώργος Νταλάρας το 1988 και ο Γιάννης Κότσιρας το 2002. 


Πως έγινε η μελοποίηση

http://theodorakism.blogspot.gr/2013/10/blog-post_25.html



"ΜΑΟΥΤΧΑΟΥΖΕΝ"


Συνέντευξη  του Μίκη Θεοδωράκη για τη μελοποίηση του Μαουτχάουζεν:

 " Με τον Καμπανέλλη γνωρίστηκα το 1952 και κάναμε πάρα πολλά πράγματα μαζί τότε. Δεν είχαμε μόνο επαγγελματική σχέση αλλά και μια καλή φιλία.
Όταν έγραψε το "Μαουτχάουζεν", το έδωσε στον Μίμη Δεσποτίδη στο Θεμέλιο, ο οποίος του είπε γράψε και τέσσερα ποιήματα, να βάλει μουσική ο Μίκης για να μπορέσουμε να λανσάρουμε περισσότερο το βιβλίο. Ένα απόγευμα ήρθε στο σπίτι μου ο Καμπανέλλης, μου είπε την ιστορία, τα κοίταξα, μου άρεσαν πάρα πολύ. Του λέω αύριο, μεθαύριο θα είναι έτοιμα. Όταν έφυγε ο Ιάκωβος, κάθισα στο πιάνο, τελείωσα το πρώτο ποίημα, το "Άσμα Ασμάτων", και τον παίρνω τηλέφωνο. Δεν είχε φτάσει ακόμα σπίτι του. Τον ξαναπαίρνω, του λέω θες να ακούσεις το πρώτο τραγούδι; Και του το έπαιξα στο πιάνο. Αυτό που εισέπραξα από το "Μαουτχάουζεν" δεν μπορώ να το περιγράψω, το έχω εκφράσει με τη μουσική μου, το εξέφρασα πλήρως νομίζω. Δεν περιγράφεται με λόγια αυτό.
Σέβομαι πάρα πολύ το κείμενο και με εμπνέει το κείμενο, ακούω τη μουσική. Στο "Μαουτχάουζεν" την άκουσα πλήρως τη μουσική. Ήταν στιγμιαίο αυτό που συνέβη. Σ' αυτό το έργο έκανα ένα νέο είδος ενορχήστρωσης, επειδή ήταν διαφορετικό το κείμενο και το νόημά του και ήταν φυσικά και η παρουσία της Μαρίας Φαραντούρη. Έγινε η παρουσίαση του βιβλίου και της μουσικής μαζί, ήταν το 1965, σε ένα θέατρο της Ιπποκράτους. Έγινε χαλασμός κόσμου. Μαγεία. Λείπουν φωνές σαν του Καμπανέλλη σήμερα."
  
Άσμα ασμάτων


"ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ"

  Η ιστορία της «Ρωμιοσύνης» έχει ως εξής: Ο Ρίτσος είχε διαλέξει κάποια αποσπάσματα από τη συλλογή «Αγρύπνια» και τα είχε δώσει σε γυναίκες πολιτικών κρατουμένων, οι οποίες με τη σειρά τους τα πήγαν στον Θεοδωράκη. Ωστόσο, εκείνος δεν τους έδωσε ιδιαίτερη σημασία κι έμειναν για καιρό στην αφάνεια μέχρι την ημέρα των Θεοφανείων του 1966. Τότε ο συνθέτης ως βουλευτής της ΕΔΑ είχε παραστεί στην κατάδυση του Τιμίου Σταυρού στον Πειραιά, όπου έγιναν μεγάλα επεισόδια και ο ίδιος χτυπήθηκε βάναυσα. Σε κακή κατάσταση επέστρεψε στο σπίτι του και για να αποφύγει τους δικούς του που σίγουρα θα τρόμαζαν βλέποντάς τον γεμάτο λάσπες κι αίματα, κάθισε στο πιάνο. Εκεί πάνω βρίσκονταν τα χαρτιά με τα ποιήματα της «Ρωμιοσύνης» που για καιρό ήταν χαμένα. Με την πρώτη ανάγνωση του «Αυτά τα δέντρα», άρχισε αμέσως να συνθέτει το έργο και το τελείωσε επί τόπου, λίγη ώρα αργότερα.
  Για ερμηνευτή δε θα μπορούσε να επιλέξει κανέναν άλλο παρά μόνο τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, ο οποίος ήδη είχε τραγουδήσει σχεδόν όλους τους κύκλους τραγουδιών του συνθέτη και σχεδόν είχε ταυτιστεί μαζί του. Ο αείμνηστος «Σερ» χρειάστηκε αρκετό καιρό για να μπορέσει να μπει στο νόημα και δυσκολεύτηκε πολύ, όμως τελικώς τα κατάφερε και μας χάρισε ίσως τη συγκλονιστικότερη ερμηνεία που έγινε ποτέ σε μουσικό έργο στη χώρα μας. Θα πρέπει όλοι όσοι θέλουν να ασχοληθούν με το επάγγελμα να την ακούσουν και να πάρουν μαθήματα...
    Η πρώτη παρουσίαση έγινε στο θέατρο «Κεντρικόν» λίγο πριν το Πάσχα του 1966 και η υποδοχή ήταν κάτι παραπάνω από ενθουσιώδης, ενώ στη συνέχεια κυκλοφόρησε και ο δίσκος. Η παρουσίαση κλείνει εδώ, αφού πιστεύω ότι κάθε άλλο σχόλιο είναι περιττό. Θα προσθέσω μόνον ότι μετά τη μεταπολίτευση που επανακυκλοφόρησε έπειτα από την απαγόρευση του Θεοδωράκη για επτά χρόνια, έγινε χρυσός σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.